-
1 γυμνασιαρχέω
A to be gymnasiarch, at Athens and elsewhere, IG 3.1104, al., 5(1).481, al. ([place name] Sparta), 7.1669 ([place name] Plataea), BGU184.3 (i A. D.), etc.;εἰς Προμήθεια Lys.21.3
, Is.7.36; γ. λαμπάδι (cf. λαμπαδηφορία) Id.6.60:—[voice] Med.,γυμνασιαρχεῖσθαι ἐν ταῖς λαμπάσι X.Vect. 4.52
.II trans., provide for, supply as gymnasiarch, πάντα τὰ γυμνάσια Keil-Premerstein Zweiter Bericht No.69 :—[voice] Pass., to be supplied with gymnasiarchs,γυμνασιαρχοῦσιν οἱ πλούσιοι.., ὁ δὲ δῆμος γυμνασιαρχεῖται X.Ath.1.13
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γυμνασιαρχέω
-
2 κεῖμαι
Aκεῖσαι Il.19.319
, etc. (κατά-κειαι h.Merc. 254
, Arc. κεῖοι Tab.Defix. in Philol.59.201),κεῖται Il.6.47
, Hdt.1.9,4.62 (v.l. κέεται), IG 12.94.25; pl. , [dialect] Ion.κέᾰται Il.11.659
, al., Hdt. ( προς-κέανται is f.l. 1.133, cf. προς-κέαται, v.l. - κέονται, Hp.Fract.6),κείᾰται Mimn.11.6
( κατα- Il.24.567),κέονται Il.22.510
, Od.16.232, prob. in Alc.94,συγ-κέονται Aret.SD2.4
; imper. κεῖσο, κείσθω, Il.18.178, Hdt.2.171; subj. [ per.] 3sg. , Lycurg.113, [dialect] Ep. κεῖται (fr. κέψ-ε-ται) Il.19.32, Od.2.102, al.,δια-κέησθε Isoc.15.259
,κείωνται IG22.1176.21
; opt. [ per.] 3sg.κέοιτο Hdt.1.67
, Hp.Art.14 ( κατα-), Is.6.32, Pl.R. 477a; inf.κεῖσθαι Il.8.126
, Hp.Prog.3, Hdt.2.127, al., κέεσθαι v.l.in ib.2, cf.Hp.Aër.6, Archim. Aequil.1 Prooem.; part.κεί μενος Il.7.265
, etc.: [tense] impf.ἐκείμην Od.13.284
, etc., [dialect] Ep.κείμην 9.434
; [dialect] Ep. [ per.] 3sg.κέσκετο 21.41
, ( παρε-) 14.521; [dialect] Ion. [ per.] 3pl.ἐκέατο Hdt.1.167
, [dialect] Ep.κέατο Il.13.763
,κείατο 11.162
;κεῖντο 21.426
, ( ἐπέ-) Od.6.19: [tense] fut.κείσομαι Il.18.121
, A.Ch. 895, etc., [dialect] Dor.κεισεῦμαι Theoc.3.53
. (Cf. Skt. śéte ( = κεῖται), also śáyate 'lie', Gr. κοίτη, κοιμάομαι, perh. Lat. cunae, etc.):— to be laid (used as [voice] Pass. to τίθημι): hence, lie, lie outstretched, used by Hom. mostly with Preps.,πυρὴν.. ᾗ ἔνι κεῖται Πάτροκλος Il.23.210
;κεῖτο παρὰ μνηστῇ ἀλόχῳ 9.556
;ἐπὶ γαίῃ 11.162
;ὑπ' αἰθούσῃ Od.21.390
; alsoἐπί τινος, ὀστέα.. κείμεν' ἐπ' ἠπείρου 1.162
;τὸ δ' ἥμισυ κεῖτ' ἐπὶ γαίης Il.13.565
, cf. 20.345; but ὁ δ' ἐπ' ἐννέα κεῖτο πέλεθρα lay stretched over.., Od.11.577, al.; later κεῖσθαι εἰς .., in pregnant sense,εἰς ἀνάγκην κείμεθ' E.IT 620
;εἰς ὀλίγην κ. κόνιν AP9.677
(Agath.); also ἐπὶ τὴν ὁδὸν κ. to be strewn upon the path, Call.Iamb.1.250: Archit., κείμενον σχῆμα, opp. ὠρθωμένον, plan, opp. elevation, Apollod.Poliorc.163.3: c.acc.,τόπον.. ὅντινα κεῖται S.Ph. 145
(anap.).2 lie down to rest, repose, Od.13.281, etc.;πορφυρέᾳ κείμενος ἐν χλανίδι Simon.37.12
; lie, remain,κεῖτο γὰρ ἐν νήεσσι.. Ἀχιλλεύς Il.2.688
, cf. 7.230, etc.;οὐ χρῆν ἥσυχον κεῖσθαι πόδα S.Fr.142.13
; lie still, λασίην ὑπὸ γαστέρ' ἐλυσθεὶς κείμην, of Odysseus under the ram's belly, Od.9.434: metaph., κακὸν κείμενον a sleeping evil, S.OC 510 (lyr.);τοῦ κύματος κειμένου Ael.NA15.5
.3 lie sick or wounded, ἐν νήσῳ κεῖτο, of Philoctetes, Il.2.721, cf. 15.240;κείσεται οὐτηθείς 8.537
, cf. 11.659; ;κεῖτ' ὀλιγηπελέων Od.5.457
; lie in misery, ;κεῖται ἐν ἄλγεσι θυμός 21.88
, cf. S.Ph. 183 (lyr.);κ. ἐν κακοῖς E.Ph. 1639
, Hec. 969; κειμένῳ ἐπεμπηδᾶν to kick him when he's down, Ar.Nu. 550.4 lie dead, Il.5.467, 16.541, al., A.Ag. 1438, 1446, S.Ph. 359;κεῖται δὲ νεκρὸς περὶ νεκρῷ Id.Ant. 1240
: rare in Prose,χίλιοι.. νεκροὶ κείμενοι Hdt.8.25
, cf. Hdn. 2.1.8.b freq. also in epitaphs, lie buried,τῇδε κείμεθα Simon. 92
, cf. 97; ; alsoκ. ἐν Ταρ τάρῳ Pi.P.1.15
; ἐν τάφῳ, ἐν Ἅιδου, παρ' Ἅιδῃ, A.Ch. 895, S.El. 463, OT 972; also in Prose,τὸν χῶρον ἐν τῷ κέοιτο Ὀρέστης Hdt.1.67
, cf. 4.11,9.105, Th.2.43; κ.ὑπό τινων to be buried by.., Plu.2.583c.5 freq. of a corpse, lie unburied, Il.18.338, 19.32;κεῖται.. νέκυς ἄκλαυτος ἄθαπτος 22.386
; ; also κεῖτ' ἀπόθεστος.. ἐν πολλῇ κόπρῳ lay uncared for, of the old hound of Odysseus, Od.17.296;εὐνὴ.. κάκ' ἀράχνια κεῖται ἔχουσα 16.35
; of places, lie in ruins,δόμοι.. χαμαιπετεῖς ἔκεισθ' ἀεί A.Ch. 964
(lyr.), cf. Pl.R. 425a, Lyc.252.6 of wrestlers, have a fall, A.Eu. 590;πεσών γε κείσομαι Ar.Nu. 126
.II of places, to be situated, lie,νῆσος ἀπόπροθεν εἰν ἁλὶ κεῖται Od.7.244
, cf. 9.25, 10.196, etc.; ἐν τῇ [γῇ] κείμενά ἐστι τὰ Σοῦσα (for κεῖται) Hdt.5.49;Αἴγινα.. πρὸς νότου κ. πνοάς A.Fr. 404
;πρὸ Μεγάρων κ. Th.3.51
;πόλις αὐτάρκη θέσιν κειμένη Id.1.37
; Aër.6, cf. Arist. HA 496a14; κ. πρὸς τὸν ἥλιον, πρὸς ἄρκτον, Id.Mete. 360b14, 363a3.2 of things, lie or be in a place,ὅθι οἱ φίλα δέμνι' ἔκειτο Od.8.277
; ἕλε δίφρον κείμενον placed there, 17.331, cf. 410;φόρμιγγα.., ἥ που κεῖται ἐν ἡμετέροισι δόμοισι 8.255
: in Prose,δύο τράπεζαι ἐκείσθην Lys.13.37
;χύτρας εὐκρινῶς κειμένας X.Oec.8.19
.III to be laid up, in store, of goods, property, etc.,δόμοις ἐν κτήματα κεῖται Il.9.382
;πολλὰ δ' ἐν ἀφνειοῦ πατρὸς κειμήλια κ. 6.47
; βασιλῆϊ δὲ κεῖται ἄγαλμα is reserved.., 4.144; μνῆμα ξείνοιο.. κέσκετ' ἐνὶ μεγάροισι was left lying.., Od.21.41; of things dedicated to a god,κ. ἐν θησαυρῷ Hdt.1.51
, cf. 52, Alc.94; of money, κείμενα deposits, Hdt.6.86.ά; κ. σοι εὐεργεσία ἐν τῷ ἡμετέρῳ οἴκῳ Th.1.129
, cf. SIG22.15 (Epist. Darei), Pl.R. 345a; πολλὰ χρήματα ἐπὶ τῇ τούτου τραπέζῃ κεῖταί μοι at his bank, Isoc.17.44; ; τἀργύριόν σοι κείσεται the caution-money shall be deposited, Ar.Ra. 624; δραχ μὴν ὑπόθες.—Answ.κεῖται πάλαι Diph.73.2
: metaph., εἰ ταῦτ' ἀνατὶ τῇδε κείσεται κράτη shall be placed to her credit, S.Ant. 485, cf. Pi.I. 5(4).18.2 to be set up, ordained,ἄεθλα κεῖτ' ἐν ἀγῶνι Il.23.273
, cf. Hdt.8.26,93, Th.2.46;ὅπλων ἔκειτ' ἀγὼν πέρι S.Aj. 936
(lyr.).3 of laws, κεῖται νόμος the law is laid down, E.Hec. 292; ; ; οἱ νόμοι οἱ κείμενοι the established laws, Ar.Pl. 914, cf. Lys.1.48, etc.;οἱ ὑπὸ τῶν θεῶν κείμενοι νόμοι X.Mem. 4.4.21
;οἱ νόμοι οἱ ὑπὸ οἱ τῶν βασιλέων κείμενοι Isoc.1.36
, cf. D.24.62; ; αἱ κείμεναι ὑπὸ τῶν ὑπατικῶν γνῶμαι the votes given by.., D.H.7.47; οὐκέτι κ. ἡ διαθήκη no longer holds, Is.6.32; so of philosophical arguments, hold good,κατά τινων Phld.Rh.1.51
S.; ;κείμεναι ζημίαι Lys.14.9
, cf. Th.3.45.4 to be laid down in argument, posited, assumed,τοῦτο ἡμῖν οὕτω κείσθω Pl.R. 350d
, etc.;ὡμολογημένον ἡμῖν κ. Id.Plt. 300e
; freq. in Arist., let it be assumed, Apr. ,al.; τὸ ἐξ ἀρχῆς κείμενον the assumption, Metaph.1008b2, 1047b10(pl.);τὰ περὶ τὴν διάνοιαν ἐν τοῖς περὶ ῥητορικῆς κ. Po. 1456a35
.5 of names, οὔνομα κεῖται the name is given, Hdt.4.184, 7.200, cf. X.Cyr.2.2.12, Pl.Sph. 257c, etc.; ὑπὸ τοῦ πατρὸς κείμενον [ὄνομα] Is.3.32; κεῖσθαι without ὄνομα, Pl.Cra. 392d; κείμενα ὀόματα established terms, Arist. Top. 140a3, Demetr.Eloc.96.6 metaph., πάντα δεινὰ κἀπικινδύνως βροτοῖς κεῖται, παθεῖν μὲν εὖ, παθεῖν δὲ θάτερα danger is set before men, that they may.., S.Ph. 503.V metaph., of continuing conditions, ἐνὶ φρεσὶ πένθος ἔκειτο lay heavy, Od.24.423; εὔστομα κείσθω remain unspoken, Hdt.2.171; νεῖκος ἔκειτό τισι there was an enduring feud, S.OT 491 (lyr.); Ἑλλήνων κείσομαι ἐν στόματι my name shall be a household word, AP9.62 (Even.);πολλῶν κείμενος ἐν στόμασιν Thgn.240
;εὖ κείμενα A.Ch. 693
; μὴ κινεῖν (sc. κακὸν) εὖ κείμενον 'let sleeping dogs lie', Pl.Phlb. 15c, cf. Hyp. Fr.30, Suid.2 ταῦτα θεῶν ἐν γούνασι κεῖται, i.e. these things are yet in the power of the gods, to give or not, Il.17.514, 20.435.3 κεῖσθαι ἔν τινι to rest entirely or be dependent on him,ἐν ἀγαθοῖσι κ. πολίων κυβερνάσιες Pi.P.10.71
; (lyr.); alsoἐπί τινι, τὰ δ' οὐκ ἐπ' ἀνδράσι κ. Pi.P.8.76
: also with simple dat.,Λεωφίλῳ πάντα κεῖται Archil.69
, prob.in Com.Adesp.1325; of things, depend upon,τὸ πανηγυρικὸν ἐν μελέτῃ καὶ τριβῇ κ. Phld.Rh.1.93
S.;τὰ.. γυμνάσια ἐν τῇ κινήσει κ. Antyll.
ap. Orib.6.23.1.4 Medic., to be left to settle, of urine, Hp.Epid.1.26.β.b φάρυγξ οὐ φλεγμαίνουσα, κειμένη δέ, i.e. not swollen, ib.2.2.24.5 Gramm., of words and phrases, to be found, occur,παρὰ τῷ ποιητῃ Str.7.3.6
, cf. Ath.2.58b;κεῖται ἐν τῷ Περὶ Πλούτου Phld.Oec. p.39
J.; ποῦ κεῖται; Ath.4.165d, cf. Κειτούκειτος; κ. ἀντί τινος to be used instead of.., Str.8.6.7; τὸ κείμενον the received text, Sch.vulg.Pi.O.2.48.
См. также в других словарях:
Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… … Dictionary of Greek
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
αθλητισμός — Η επίδοση στα αθλήματα, η εκγύμναση του σώματος. Με μια ειδικότερη έννοια, ο όρος αναφέρεται σε ένα σύνολο αθλημάτων, που ξεκινούν από τις φυσικές σωματικές ασκήσεις του ανθρώπου (βάδισμα, τρέξιμο, άλματα, ρίψεις). Αρχικά, ήταν η συστηματική… … Dictionary of Greek
ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; … Православная энциклопедия
σχολείο — Δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα για τη μόρφωση και την εκπαίδευση των νέων. Η ανάγκη να μεταδοθούν στις νέες γενιές οι γνώσεις και οι τεχνικές μέθοδοι που έχουν αποχτηθεί παρουσιάζεται και στους παλιότερους πολιτισμούς και σε όλους τους πρωτόγονους… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Οικονομία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Η περίοδος 1830 1992 Η Επανάσταση του 1821 οδήγησε στην επίσημη ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, το 1830, κατόπιν της επέμβασης των Προστάτιδων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας). Η χώρα τότε περιελάμβανε την… … Dictionary of Greek
Λάρισα — I Πόλη (124.394 κάτ.) της Θεσσαλίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού (βλ. λ. Λαρίσης, νομός) και του ομώνυμου δήμου (βλ. λ. Λάρισας, δήμος). Βρίσκεται στο κεντροανατολικό τμήμα της θεσσαλικής πεδιάδας, εκτεινόμενη στις δύο όχθες του Πηνειού. Είναι… … Dictionary of Greek
Μογγολία — Κράτος της κεντρικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Ρωσία και στα Α, στα Ν και στα Δ με την Κίνα.Tα εδαφικά όρια της Μ., εξαιτίας των χαρακτηριστικών της περιοχής στην οποία εκτείνεται η χώρα, δεν καθορίζονται από φυσικά στοιχεία, εκτός από το… … Dictionary of Greek
Ολυμπιάδες — Αγώνες που διαξάγονταν κατά την αρχαιότητα στην Ολυμπία (291 φορές, από το 776 π.Χ. έως το 393 μ.Χ.) προς τιμήν του Δία με την ευκαιρία των Ολυμπίων, μίας από τις τέσσερις πανελλήνιες αγωνιστικές γιορτές (οι άλλες τρεις ήταν τα Πύθια στους… … Dictionary of Greek
σχολειό — Δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα για τη μόρφωση και την εκπαίδευση των νέων. Η ανάγκη να μεταδοθούν στις νέες γενιές οι γνώσεις και οι τεχνικές μέθοδοι που έχουν αποχτηθεί παρουσιάζεται και στους παλιότερους πολιτισμούς και σε όλους τους πρωτόγονους… … Dictionary of Greek